
γράφει η Εύη Μικρομάστορα*
Στην μνήμη του πατέρα μου Ευάγγελου Ιωάννη Μικρομάστορα
“ Ένα από τα δώρα του Προμηθέα στους ανθρώπους που ως τότε σέρνονταν σαν τα μυρμήγκια στα ανήλιαγα κοιλώματα των σπηλαίων, ήταν τα ιστιοφόρα , τα θαλασσόπλαγκτα λινόπτερα ναυτίλων οχήματα , όπως τα αποκαλεί με την απαράμιλλη ποιητική εκφραστική του δύναμη ο Αισχύλος στην τραγωδία Προμηθέας Δεσμώτης (στίχοι 452-454) . Είναι εκπληκτικό ! Θα έλεγε κανείς ότι ο ποιητής είχε γνώση της προϊστορίας . Σύμφωνα με τις πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες , οι κάτοικοι των παράκτιων περιοχών του ελλαδικού χώρου γνώρισαν τη θάλασσα , πολύ πριν ασχοληθούν με την βοσκή των ζώων και την καλλιέργεια της γης . Κατασκεύασαν πλοία πριν ακόμα βγουν από τα σπήλαια και κτίσουν οικισμούς . Από την ένατη κιόλας προχριστιανική χιλιετία ναυτικοί εξερευνούσαν με τα πλεούμενα τους το Αιγαίο , σε μιαν εποχή , δηλαδή , που οι ένοικοι των σπηλαίων εξασφάλιζαν ακόμη την τροφή τους κυνηγώντας ή συλλέγοντας καρπούς . Πλέοντας νότια προς το νησί της Μήλου ανακάλυψαν ένα σκουρόχρωμο , διάφανο και σκληρό ηφαιστειακό πέτρωμα , τον οψιανό. Τον τεμάχιζαν με τέχνη και τον χρησιμοποιούσαν για μαχαίρια , ξύστρες , τρυπάνια . Λεπίδες από οψιανό εμφανίζονται στο σπήλαιο Φράγχθι της Αργολίδας από την 8η χιλιετία π. Χ. ταυτόχρονα με κόκκαλα ψαριών που μαρτυρούν και αυτά με την σειρά τους την στροφή του ανθρώπου στην θάλασσα του Αιγαίου , κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού . Η Σαλαμίνα, η Αίγινα , ο Πόρος , η Ύδρα , οι Σπέτσες , τα μοναδικά αυτά νησιά και τα νησάκια ανάμεσά τους , καθώς και η ανατολική ακτή της Αργολίδας συγκροτούν ενότητα ξεχωριστή , γεωγραφικά και πολιτιστικά . Η πανταχού παρούσα θάλασσα και η αναγκαιότητα των θαλάσσιων επικοινωνιών είναι που σφυρηλάτησαν από τα προϊστορικά χρόνια την πολιτισμική φυσιογνωμία της περιοχής” Πέτρος Θέμελης, καθ. Κλασικής Αρχαιολογίας , Οι πρώτοι άνθρωποι και η θάλασσα ,1-11-2004 .
Η οδυσσειακή ανήσυχη και ριψοκίνδυνη φύση των κατοίκων των παράκτιων και νησιωτικών περιοχών του ελλαδικού χώρου συνέβαλε αποφασιστικά στην σταδιακή απόκτηση επιστημονικής γνώσης σχετικά με την αστρονομία , την φυσική , τη μετεωρολογία , την ναυσιπλοΐα , την ναυπηγική και την φιλοσοφία. Η θάλασσα για τον κάτοικο του Αιγαίου διαχρονικά είναι ζωτικής σημασίας , είναι η απόδραση , το ξεπέρασμα των ορίων , η απόκτηση αυτοπεποίθησης , είναι για τον Αιγαιακό άνθρωπο η διαμόρφωση του χαρακτήρα του με κοινωνικές , πολιτισμικές και οικονομικές επιδράσεις.
Ο Οδυσσέας το διαχρονικό σύμβολο της θαλάσσιας περιπλάνησης , του παράτολμου πνεύματος είναι ο χαρακτηριστικός κάτοικος της νησιωτικής Ελλάδας , ο κύριος κοινωνός της γνώσης, ο σύγχρονος για την εποχή του Προμηθέας , εκείνος που σπάει τα δεσμά των ορίων και των συνόρων που κατέχεται από το ελεύθερο πνεύμα και την επιθυμία των διαφορετικών εμπειριών .
Ο άνθρωπος είναι το κέντρο του κόσμου αλλά μέσα σε ένα πλοίο , μέσα στην θάλασσα. Μια θάλασσα συνδεδεμένη με το πνεύμα του ελληνικού πολιτισμού από την αρχή της ύπαρξης του .
Η ζωή δίπλα στην θάλασσα κοινωνεί μια γνώση αρχέγονη , βαθειά ριζωμένη στην ηθογραφική παράδοση του τόπου, στην ηθογραφική παράδοση της Σαλαμίνας , ενός τόπου συνυφασμένου με την παράκτια δραστηριότητα από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Η οικονομική , εμπορική , αγροτική , κοινωνική και θρησκευτική ζωή της νήσου πηγάζουν και αναπτύσσονται από την παράλια δράση των κατοίκων της . Η επανάληψη της πράξης μέσα στον χρόνο μαρτυράει μια συνήθεια διαχρονική , επαναλαμβανόμενη , θεματοφύλακα της παράδοσης , του δυνατότερου νόμου , του άγραφου .
Πέρανι
Η μαρτυρία προφορική ή γραπτή αποτελεί πολύτιμη πηγή γνώσης για το παρελθόν . Το πρόσωπο , το οποίο μεταφέρει μνήμες για τον τρόπο ζωής , τις συνήθειες , τα έθιμα , τις μικρές ενασχολήσεις , την περιπέτεια της καθημερινότητας του παρελθόντος στους αγρούς και στην θάλασσα , ποιεί για τον σύγχρονο ερευνητή , αρχαιολόγο , λαογράφο το δικό του ταξίδι για την Ιθάκη , για την γνώση .
Την Άνοιξη του 2004 , έπειτα από πραγματικά επίμονη παρακίνηση του αείμνηστου Σπύρου Φαρμακόρη , παλιού περιβολάρη , επισκεφτήκαμε τον μικρό παραθαλάσσιο , αγροτικό οικισμό του Πέρανι , στην νότια Σαλαμίνα ,όπου διαπιστώθηκε η ύπαρξη στρογγυλών αποτυπωμάτων , λαξευμένων σε πέτρωμα κατά μήκος της ακτής .
Ο Σπύρος Φαρμακόρης σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μας είχε αναφερθεί επανειλημμένος , με ιδιαίτερη συγκίνηση , οφείλω να ομολογήσω του ανθρώπου που αισθάνεται δεμένος με τον τόπο και την φύση , στην χρησιμοποίηση αυτού του παραθαλάσσιου ψηφιδοπαγούς πετρώματος (beach- rock) για την κατασκευή μυλόλιθων .
Ο παραθαλάσσιος αμμόλιθος του Πέρανι καλύπτει επιφάνεια μήκους 500μ. Και πλάτους από 0 έως 20μ. , ενώ το μήκος της παραλίας είναι περίπου 1000μ.
Τα στρογγυλά αποτυπώματα έχουν μέγιστη διάμετρο 0,75μ. και ελάχιστη 0,45μ. , το πάχος δε αυτών κυμαίνεται από 0,7μ. έως 0,10μ.



Ο Φαρμακόρης , ο οποίος καταγόταν από παλιά παραδοσιακή οικογένεια περιβολάρηδων στο Πέρανι με παρουσία στον οικισμό πλέον των 200 ετών , μου υπέδειξε την τεχνική αποκόλλησης των μυλόλιθων από τον αμμόλιθο , ο οποίος πληρούσε τις προϋποθέσεις , καθώς ήταν αρκετά σκληρός για το άλεσμα του σιταριού , αλλά και συνάμα αρκετά μαλακός στην αποδέσμευσή του από την φύση . Αρχικώς χάραζαν με ένα αιχμηρό αντικείμενο το περίγραμμα της μόκρας ( η μυλόπετρα στην τοπική αρβανίτικη διάλεκτο ) οριοθετώντας συγχρόνως την διάμετρο της και έπειτα με ένα κοπίδι την υπέσκαπταν, ενώ κατά διαστήματα γέμιζαν το αυλάκι , το οποίο είχε δημιουργηθεί με θαλασσινό νερό , έτσι ώστε να μαλακώνει ο αμμόλιθος και να διευκολύνει την διεργασία αφαίρεσης του.
Εν συνεχεία αφού είχαν δημιουργήσει το επιθυμητό , για εκείνους πάχος βύθιζαν τον λοστό κατακόρυφα στο εξωτερικό περίγραμμα της μυλόπετρας και προχωρούσαν με μεγάλη προσοχή για να μην σπάσει στην μέση η μόκρα , κατά την αποκόλλησης της .




Η αλήθεια είναι ότι δεν στεφόταν με επιτυχία πάντα το όλο εγχείρημα , με αποτέλεσμα οι μυλόπετρες να κόβονταν στην μέση . Έχουν διασωθεί ημιτελή τμήματα αυτών κατά μήκος της παραλίας, άχρηστες πια για τον αγρότη του περασμένου αιώνα , χρήσιμες για τον σύγχρονο ερευνητή . Η μεταφορά τους στον οικισμό γινόταν με όνους και ημιόνους , ενώ στον περίβολο των οικιών , οι μόκρες δέχονταν την τελευταία παρέμβαση , πριν παραδοθούν στον τελικό σκοπό της κατασκευής τους , το άλεσμα των δημητριακών . Στο κέντρο του μυλόλιθου τοποθετούσαν κάθετα ένα κομμάτι από αγριελιά , με το οποίο θα ήταν δυνατή η χειρωνακτική χρήση του.
Σύμφωνα με την μαρτυρία του Σπύρου Φαρμακόρη δεν διέθεταν όλες οι οικίες στο Πέρανι μυλόπετρες , μόνο δυο- τρεις οικογένειες είχαν στην κατοχή τους τις μόκρες , μια εκ των οποίων ανήκε στην οικογένεια των Φαρμακόρηδων
Οι κάτοικοι του παράλιου αυτού αγροτικού οικισμού κατάφεραν να συνδυάσουν την βελτίωση της γεωργικής παραγωγής μέσα από την παράκτια διαβίωση τους . Δεχόμενοι την επιρροή του φυσικού περιβάλλον τους χρησιμοποίησαν την πρώτη ύλη που τους προσέφερε το πέτρωμα της ακτογραμμής του Πέρανι.
Ως άλλοι θιασώτες της Δημητριακής λατρείας οι Περανιώτες ακολουθούσαν σχεδόν τελετουργικά την σύναξη στον περίβολο των οικιών , οι οποίες κατείχαν τις ιερές για την επιβίωση τους , μυλόπετρες , δημιουργώντας εν αγνοία τους μια συνήθεια της κοινότητας με πολύτιμες κοινωνικές και πολιτισμικές αναγωγές .
Η λαϊκή προφορική παράδοση ανασυνθέτει για άλλη μια φορά μια εικόνα του παρελθόντος , εκείνης της μικρής γιορτής της αγροτικής ζωής του περασμένου αιώνα, με αφορμή το άλεσμα του σιταριού , βασικού συστατικού της διατροφής του ανθρώπου από την στιγμή της μόνιμης εγκατάστασης του .
Η εξεύρεση λύσεων για την καλλιέργεια και την επεξεργασία του πολύτιμου αγαθού της μητέρας γης αποτελούσε πρωταρχική ανάγκη επιβίωσης . Οι Περανιώτες του περασμένου αιώνα ακολουθώντας την λογική αλλά και το ένστικτο τους χρησιμοποίησαν ως πρώτη ύλη για την κατασκευή μυλόλιθων , το πέτρωμα εκείνο , που τόσο απλόχερα τους προσέφερε η φύση , δίπλα στην ακτή , γεγονός το οποίο έχει αποδειχθεί επανειλημμένως από την αρχαιολογική έρευνα , η χρησιμοποίηση δηλαδή πρώτων υλών από το παρακείμενο φυσικό περιβάλλον . Η έλλειψη δε ανδεσίτη λίθου στην Σαλαμίνα , εν αντιθέσει με την γειτονική Αίγινα (οι μυλόπετρες από ανδεσίτη λίθο εντοπισμένες στην Μυκηναϊκή ακρόπολη των Κανακίων στην νοτιοδυτική Σαλαμίνα , πιθανότατα είναι αιγινήτικης προέλευσης ) του κύριου πετρώματος κατασκευής μυλόλιθων , απετέλεσε τον κύριο λόγο της χρήσης του παραθαλάσσιου αμμόλιθου.
Από την Αρχαιότητα έως και την δεκαετία του 1960 ,ίσως και αργότερα σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, οι καθημερινές γεωργικές ασχολίες πραγματοποιούνταν με την ίδια τεχνική . Η συγκλονιστική για τον άνθρωπο διάδοση και καθιέρωση της μηχανής , ως κύριου αποτελέσματος της Βιομηχανικής Επανάστασης , σηματοδότησε το τέλος μιας αρχέγονης συνήθειας ,της χειρωνακτικής εργασίας, της άμεσης επαφής με την φύση , με την παράδοση χιλιάδων ετών .
Η μελλοντική ανασκαφική έρευνα καλείται να αποδείξει εάν εκείνο , το οποίο διαφύλαξε η φύση και μαρτύρησε ο άνθρωπος , επαναλαμβανόταν και κατά τους αρχαίους χρόνους .
Η αποκαλυπτική μαρτυρία του Σπύρου Φαρμακόρη , όσον αφορά τον μικρό αριθμό μυλόλιθων στο Πέρανι ( 2 με 3 υπήρχαν σε όλο τον οικισμό ) αντιδιαστέλλεται με τον σχετικά μεγάλο αριθμό των αποτυπωμάτων στην παραλία , στοιχείο το οποίο δεικνύει την πιθανότητα συνεχούς χρήσης του παραθαλάσσιου ψαμμίτη για την κατασκευή μυλόλιθων για μεγάλη χρονική περίοδο , ίσως και κατά την αρχαιότητα .
Κακή Βίγλα
Στο ανατολικό τμήμα της Σαλαμίνας , στην νότια πλευρά του ορεινού όγκου του Μαυροβουνίου εκτείνεται η μεγάλη και εύφορη κοιλάδα της Κακής Βίγλας στην οποία είχε αναπτυχθεί οικισμός κατά την Ελληνιστική και Βυζαντινή περίοδο σύμφωνα με εντοπισθέντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα .
Στο ανατολικό τμήμα της Σαλαμίνας , στην νότια πλευρά του ορεινού όγκου του Μαυροβουνίου εκτείνεται η μεγάλη και εύφορη κοιλάδα της Κακής Βίγλας στην οποία είχε αναπτυχθεί οικισμός κατά την Ελληνιστική και Βυζαντινή περίοδο σύμφωνα με εντοπισθέντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα .
Προσφάτως (2008) κατά την διάρκεια εκσκαφικών εργασιών με σκοπό την ανέγερση του νέου Ιερού Ναού της Αγ. Μαρίνας συλλέχθησαν πληθώρα όστρακα Μυκηναικών χρόνων.
Ο μικρός παράλιος αγροτικός οικισμός της Κακής Βίγλας ομοιάζει με εκείνον του Πέρανι καθώς διαθέτει φυσικό όρμο πλησίον σε εύφορη προς καλλιέργεια πεδιάδα .
Συνθήκες ιδανικές για την ανάπτυξη ενός αγροτικού οικισμού με άμεση και εύκολη πρόσβαση σε μικρών διαστάσεων λιμάνι με σκοπό την διάθεση των προϊόντων του και κατά συνέπεια την εμπορική συναλλαγή αυτών .
Σύμφωνα με τον Σαλαμίνιο , αείμνηστο καθηγητή Βυζαντινής Αρχαιολογίας , Δημήτριο Πάλλα σε μικρή απόσταση από την παραλιακή θέση Λευτέρι της Κακής Βίγλας, σχεδόν 500μ. , δυτικά αυτής , έχουν εντοπιστεί κατόπιν επιφανειακής έρευνας οι εγκαταστάσεις αρχαίου ελαιοτριβείου ανάμεσα στην κοίτη μικρού χειμάρρου και σε βράχους , σε ιδιόκτητο οικόπεδο .
Πρόκειται για εντοπισμένους τοίχους αρχαίου τετράπλευρου οικοδομήματος με διαστάσεις 12μ. Χ 6μ. , δομημένο από επεξεργασμένους λίθους χωρίς συνδετική ύλη . Στην θέση του έχει αποκαλυφθεί μονολιθικό τριβείο διαμέτρου 1,18μ. , το οποίο φέρει ομφαλό , που χρησίμευε για την στήριξη του συστήματος περιστροφής των τροχών σύνθλιψης του ελαιοτριβείου .
Ενώ στην ανατολική άκρη της παλαιότερης συστάδας κατοικιών της Κακής Βίγλας , νοτιοανατολικά του ναυδρίου της Αγ. Σωτήρας , έπειτα από ανασκαφική έρευνα την δεκαετία του 1970 εντοπίστηκε έτερο ελαιοτριβείο Βυζαντινών χρόνων .

Η επεξεργασία του καρπού της ελιάς στην περιοχή αλλά και η καλλιέργεια της αποτελεί μια πράξη διαχρονική καθώς η λειτουργία ελαιοτριβείων συνεχίζεται έως σήμερα . Εκπληκτική μαρτυρία της μακραίωνης ελαιοπαραγωγικής παράδοσης του οικισμού αποτελεί η πρόσφατη χρονολόγησης της γνωστής από την λαϊκή προφορική παράδοση Ελιάς της Όρσας από το Ινστιτούτο Klorane στα πλαίσια του ερευνητικού τους προγράμματος για τον εντοπισμό των αρχαίων ελαιοδέντρων στην Ελλάδα .

Η εν λόγω ελιά με συνολική περίμετρο 12μ. , και κεντρικό κορμό 5,70μ. , είναι ηλικίας 2500 χρόνων , πιθανότατα να φυτεύτηκε κατά την διάρκεια του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης της Πεισιστράτιας τυραννίδας,( η λαϊκή παράδοση αναφέρεται σε έναν βασιλιά με το όνομα Στράτος ) την περίοδο της δημιουργίας του αθηναϊκού ελαιώνα . Η ύπαρξη δυο ελαιοτριβείων κατά την αρχαιότητα και τους Βυζαντινούς χρόνους σε συνάρτηση με την μικρή απόσταση από το λιμάνι του οικισμού και τον εντοπισμό αρχαίων αρχιτεκτονικών υπολειμμάτων με οδήγησαν στην διερεύνηση των πιθανών εγκαταστάσεων του αρχαίου λιμανιού .
Έπειτα από υποβρύχια έρευνα εντοπίστηκαν κατά μήκος της παραλίας στον άξονα βορρά-νότου σε απόσταση σχεδόν 10μ., διάσπαρτοι λίθοι επεξεργασμένοι και ημιεπεξεργασμένοι σε αρκετά μεγάλο αριθμό σε βάθος από -0,80μ. , έως -1,20μ.
Οι εγκαταστάσεις του αρχαίου λιμανιού της Κακής Βίγλας και η ύπαρξη των ελαιοτριβείων σε κοντινή απόσταση και πρόσβαση από την ακτή δεικνύουν την μεταφορά και την εμπορία του ελαίου δια μέσω της θαλάσσης , σε κοντινή δε πρόσβαση με το λιμάνι του Πειραιά .
Οι παράλιοι αγροτικοί οικισμοί του Πέρανι και της Κακής Βίγλας αποτελούν διαχρονικά παραδείγματα ανάπτυξης της τοπικής κοινωνίας μέσα από τα οφέλη του αιγιαλού και των αποτελεσμάτων της παράκτιας δραστηριότητας,
Το φυσικό θαλάσσιο περιβάλλον συνέβαλε σημαντικά στην βελτίωση της γεωργικής καλλιέργειας και διάθεσης των τοπικών προϊόντων , τα οποία αναπτύχθηκαν μέσα από την παράκτια οδό .
Κούλουρη , Μεγάλη Σκάλα
Στο κέντρο της σύγχρονης πόλης της Σαλαμίνας , στην Κούλουρη , νοτίως αυτής στον παράλιο οικισμό του Αγ. Νικολάου , δεσπόζει η Μεγάλη Σκάλα , διαχρονικό σημείο συνάθροισης των αλιευτικών σκαφών , των εμπορικών συναλλαγών και των κοινωνικών δρώμενων της παλαιάς αγοράς της πόλης . Τόπος συνάντησης και διάθεσης εμπορευμάτων, κυρίως αλιευτικών αλλά και άλλων προϊόντων για περισσότερο από δυο αιώνες.
Αξιομνημόνευτη παραμένει η εικόνα της παράθεσης στην Σκάλα των πήλινων κανατιών από την γειτονική Αιγηνίτικη γη προς πώληση και την ανακοίνωση τους στα στενά σοκάκια του νησιού από τον τελάλη Λεωνίδα Μπακαούκα έως και τα τέλη της δεκαετίας του 1960 . Η εισαγωγή πήλινων μαγειρικών σκευών από την Αίγινα αποτελεί μια πράξη διαχρονική καθώς στην Μυκηναϊκή ακρόπολη των Κανακιών εντοπίστηκαν θραύσματα λαβών , τα οποία φέρουν σημεία κεραμέων με Αιγηνίτικη προέλευση. Οι εν λόγω λαβές εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνας , ενώ στην προθήκη της Ελληνιστικής περιόδου , αγκίστρια , βάρη και το αγαλματίδιο του θεού προστάτη της εστίας μεταφέρουν την εικόνα της οικίας ενός αλιέα , τόσο οικεία με εκείνη ενός σύγχρονου .
Ο εντοπισμός τμήματος της κατασκευής της σύγχρονης σκάλας από αρχαίο οικοδομικό υλικό , πρόκειται για το βόρειο μέρος αυτής και το παλαιότερο καθώς η νέα προσθήκη, κατασκευασμένη γύρω στα τέλη του 1960 , εκτείνεται προς τα νότια, δεικνύει την πιθανή χρήση της και κατά την αρχαιότητα .
Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων επεξεργασμένους λίθους με διαστάσεις 1μ. Χ 0,50μ. Χ 0,45μ. , δομημένους σε διπλή ή τριπλή σειρά σε μήκος 20μ., από την δυτική και 25μ., από την ανατολική παρειά, αποτελώντας την βάση της νεότερης κατασκευής γύρω στα 1860.



Το ερώτημα, το οποίο γεννάται είναι εάν οι λίθοι έχουν χρησιμοποιηθεί στην θέση τους ή έχουν μεταφερθεί από παρακείμενο αρχαίο οικισμό. Το πιθανότερο είναι να αποτελούσαν τμήμα του αρχαίου λιμανιού ( φαίνεται να είναι τοποθετημένοι στην αρχική τους θέση ενώ οι πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες έχουν φέρει στο φως υπολείμματα εγκαταστάσεων ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους στον ιδανικό , απάνεμο φυσικό κόλπο της Σαλαμίνας) , το οποίο με την πάροδο του χρόνου υπέστη φθορές και καταστροφές αλλά διεσώθη τμήμα αυτού και ξαναχρησιμοποιήθηκε ως θεμέλιο της προβλήτας των Νεότερων χρόνων.



Η μελλοντική ανασκαφική διερεύνηση θα αποδείξει τις υποθετικές αλλά βάσιμες ενδείξεις. Η διαχρονικότητα της πράξης έγκειται στον παράκτιο τόπο συνάθροισης των κατοίκων της πόλης της Σαλαμίνας, της Κούλουρης από την αρχαιότητα έως σήμερα ως σημείο αναφοράς μιας κοινωνίας δομημένης γύρω από τον παράλιο τρόπο ζωής . Η επικοινωνία , ανταλλαγή πληροφοριών με αφορμή την εμπορική συναλλαγή κοντά στην θάλασσα , στην παράκτια ζώνη αποδεικνύει την σημασία αυτής για την καθημερινότητα των κατοίκων του νησιού.
Φανερωμένη
Η ιστορικότητα της Ιεράς Μονής Φανερωμένης και η μακρά πορεία της μέσα στον χρόνο κατά την διάρκεια των Βυζαντινών και Νεοτέρων χρόνων ως λατρευτικού τόπου προσκυνήματος είναι αδιαμφισβήτητη και γνωστή σε μελετητές και ερευνητές . Η παρουσία όμως αρχαίων λειψάνων είτε εντοιχισμένων , είτε διάσπαρτων προσδίδει μια νέα διάσταση όσον αφορά την προχριστιανική χρήση του χώρου .
Η Μονή στο βορειοδυτικό άκρο της Σαλαμίνας , έναντι της Μεγαρίδας και της Ελευσίνας των Μυστηρίων δεσπόζει εν μέσω ελαιώνων και πευκοδάσους , λίγα μόλις μέτρα από την θάλασσα , εναρμονισμένη πλήρως με την μεσογειακή φύση, ενώ σε μικρή απόσταση, ένας από τους παλαιούς μύλους της απετέλεσε μια εκ των οικιών του ποιητή Άγγελου Σικελιανού.
Η ίδρυση της έχει συνδεθεί με τον κτήτορα της και ανακαινιστή Όσιο Λαυρέντιο στα τέλη του 17ου αιώνα , η ανέγερση της χρονολογικά τοποθετείται στους μεσοβυζαντινούς χρόνους , τον 13ο αιώνα , πιθανότατα και νωρίτερα. . Το καθολικό της Μονής ρυθμολογικά ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με τρούλο . Ο πλούσιος εικονογραφικός της διάκοσμος , 3597 αγιογραφίες ολοκληρώθηκε το 1735 από τον σπουδαίο αγιογράφο και την ομάδα του , Γεώργιο Μάρκο . Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας , της Ελληνικής Επανάστασης καθώς και των Νεοτέρων χρόνων η Μονή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο.
Η ιστορικότητα και η σπουδαιότητα της Μονής Φανερωμένης απετέλεσαν τον κύριο λόγο επίσκεψης ξένων περιηγητών , ¨ φθάσαμε το βράδυ στο μοναστήρι της Παναγίας που έχει πυργίσκους , το οποίο αποκαλείται της Φανερωμένης , ευρισκόμενο λίγες εκατοντάδες βήματα από την θάλασσα στο βορειοδυτικό άκρο της Σαλαμίνας ¨ , με τις λέξεις αυτές , ο Βρετανός περιηγητής Edward Dodwell περιγράφει την πρώτη του επίσκεψη στην Ιερά Μονή Φανερωμένης στις 27 Σεπτεμβρίου του 1805 . Ο περιηγητισμός ως γνήσιο τέκνο του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, ο οποίος θεμελιώθηκε από την ελληνική κλασική παιδεία επέστρεφε στον τόπο γέννησης του στου ακολουθώντας την “curiosite de decuvrir” τον οδηγό της αρχαιοελληνικής διανόησης . Ο συνοδοιπόρος του Dodwell, Ιταλός ζωγράφος Simone Pomardi αποτύπωσε σχεδιαστικά την Μονή , συμπεριλαμβάνοντας και ένα τμήμα ιωνικού κίονος , νοτιοανατολικά αυτής . Η υπόθεση για μακρά διαδρομή του ιερού αυτού χώρου και κατά την αρχαιότητα αποτελεί μια πρόκληση. Νοτιοδυτικά του καθολικού της Μονής , στον προαύλιο χώρο , εντοπίζονται διάσπαρτα ιωνικά κιονόκρανα , εντοιχισμένη μαρμάρινη γυναικεία μορφή , με φυτική διακόσμηση , εντοιχισμένο απότμημα μαρμάρινης ενεπίγραφης επιτύμβιας στήλης με ανθεμωτή επίστεψη , πλησίον αυτής , μαρμάρινο πόδι λέοντα από βάθρο, πλήθος εντοιχισμένων αρχιτεκτονικών μελών στο ανατολικό τμήμα του καθολικού καθώς και στον παρακείμενο ναό του Αγ. Νικολάου .
Περιμετρικά δε της Μονής έχουν εντοπιστεί μελαμβαφή όστρακα καθώς και αρχιτεκτονικά στοιχεία , ενώ βορείως του περιβόλου αυτής έπειτα από επιφανειακή έρευνα υπάρχουν θεμελιώσεις πλησίον της σύγχρονης προβλήτας , η οποία είναι εν μέρει κατασκευασμένη από αρχαίο οικοδομικό υλικό με πωρολιθικές κλίμακες τοποθετημένες στην ανατολική και δυτική παρειά της .

Δυτικά αυτής και σε επαφής διακρίνονται μέσα στη θάλασσα υπολείμματα λίθινης ορθογώνιας κατασκευής , ελλιπής ως προς την ανατολική πλευρά . Τα εν λόγω στοιχεία υποδηλώνουν την ύπαρξη εγκαταστάσεων ενός μικρών διαστάσεων λιμανιού κατά τους αρχαίους χρόνους ,πιθανότατα με σκοπό την θαλάσσια επικοινωνία με την Ελευσινιακή γη και την Δημητριακή λατρεία.
Ας σημειωθεί ότι θεμελιώσεις και κεραμική Κλασικών χρόνων έχουν εντοπιστεί στην ευρύτερη παράκτια περιοχή της Φανερωμένης καθώς και στοιχεία του οχυρού των Αθηναίων , Βούδορον κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο.

Τη θαλάσσια επικοινωνία με την Ελευσίνα ενισχύει και ο εντοπισμός της επιγραφής του 329/328 π. Χ. που αναφέρει την αποστολή δεκάτης κριθαριού από την Σαλαμίνα στο Ιερό της Δήμητρας. Η θαλάσσια αυτή επαφή συνεχίστηκε και μεταγενέστερα , καθώς πολύ αργότερα το 1676 , ο Γάλλος περιηγητής , γιατρός και αρχαιοδίφης Jack Spon ανέγνωσε στο Ιερό της Δήμητρας αναθηματική επιγραφή σε μαρμάρινη πλάκα, η οποία αποτελεί σήμερα την Αγία Τράπεζα της Μονής με την εξής αναφορά : ΚΤΗΣΙΚΛΕΑ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΥ ΑΧΑΡΝΕΩΣ ΟΡΓΙΑΣΤΟΥ ΤΟΝ ΕΑΥΤΗΣ ΑΝΔΡΑ ΣΟΦΟΚΛΗΝ ΞΕΝΟΚΛΕΟΥΣ ΑΧΑΡΝΕΑ ΔΑΔΟΥΧΗΣΑΝΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙ ΚΑΙ ΚΟΡΗ ΔΙΑΝΕΘΗΚΕΝ υποβασταζόμενη από ενεπίγραφη επίσης αναθηματική στήλη που αναφέρει : ΠΑΙΔΑ ΞΕΙΝΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΙΓΟΡΑ ΣΕΣΟΡΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΜΥΣΤΗΝ ΔΗΟΥΣ ΞΕΙΝΑΓΟΡΑΝ ΟΝΟΜΑ.
Η μαρτυρία του Spon αποδεικνύει δίχως αμφιβολία την θαλάσσια επικοινωνία και την μεταφορά αρχαίου υλικού από την Ελευσίνα , η παρουσία όμως πλήθους αρχιτεκτονικών μελών διάσπαρτων, εντοιχισμένων αλλά και στην θέση τους υποδηλώνει την ύπαρξη προχριστιανικού οικοδομήματος πιθανότατα λατρευτικού χαρακτήρα συναφές προς της Δημητριακή λατρεία . Η σημαντικότατη διάδοση των Ελευσίνιων Μυστηρίων ως ένας από τους σπουδαιότερους ιερούς τόπους κατά την Κλασική και Ρωμαϊκή περίοδο δικαιολογεί την άμεση επιρροή και την επαφή δια μέσου της θαλάσσης για προσκυνηματικούς λόγους με την έναντι κοντινή ακτή.



Η υπόθεση κατασκευής ιερού οικοδομήματος αφιερωμένου στην Δήμητρα στα ερείπια του οποίου ανοικοδομήθηκε ο χριστιανικός ναός μένει να αποδειχθεί από την μελλοντική ανασκαφική διερεύνηση καθώς και η ύπαρξη αρχαίου λιμανιού, ορμώμενοι από τις εντοπισμένες παράκτιες και υποθαλάσσιες θεμελιώσεις .

Η επιλογή της θέσης του ιερού αυτού χώρου λίγα μέτρα από την θάλασσα και η αποδεδειγμένη διαχρονική επικοινωνία με την κοντινή αντίπερα όχθη για λατρευτικούς λόγους , δεν ξεχνάμε το πέρασμα του Οσίου Λαυρεντίου από την Μεγαρίδα στην Φανερωμένη σε ήδη γνωστό χριστιανικό ναό , δεικνύει την σημαντικότητα της παράκτιας δραστηριότητας και στην θρησκευτική ζωή των κατοίκων της Σαλαμίνας .
Η μοναστηριακή αυτή παράκτια εγκατάσταση, της Ιεράς Μονής της Παναγίας της Φανερωμένης συνεχίζει να προσελκύει πλήθος προσκυνητών από την Ελευσινιακή γη, κατά τον πανηγυρισμός της στις 23 Αυγούστου, με ναυλωμένα πλοιάρια τα οποία ελλιμενίζονται στην προβλήτα με το εντοιχισμένο αρχαίο οικοδομικό υλικό. Μια θαλάσσια διαδρομή 2500 χρόνων καλείται να αποδείξει η ανασκαφική έρευνα.
Συμπέρασμα
Συνέπεια της διαχρονικής επιρροής του θαλάσσιου οικοτοπίου στην κοινωνική και οικονομική ζωή των κατοίκων ήταν το κάθε νησί να διαμορφώσει την δική του πολιτισμική ταυτότητα. Η περιοριστική διάθεση των φυσικών πόρων, η οποία χαρακτηρίζει την νησιωτική επικράτεια στάθηκε αφορμή για την αναζήτηση μέσων και τρόπων με σκοπό την βελτίωση των συνθηκών του καθημερινού βίου, ξεκινώντας με την επικοινωνία με την αντίπερα όχθη . Εξαιτίας αυτών των γεωφυσικών χαρακτηριστικών προέκυψαν οι νησιωτικές κοινωνίες του Αιγαίου που από πολύ νωρίς πρωτοπόρησαν στο πολιτισμικό , οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι .
Η κατασκευή όλο και ασφαλέστερων και ταχύτερων πλωτών μέσων, η ανάγνωση των μετεωρολογικών φαινομένων και του έναστρου ουρανού και η μελέτη των ρευμάτων στάθηκαν αρωγοί στην μετακίνηση των κατοίκων των νησιών και κατά συνέπεια στην επαφή με άλλους λαούς με διαφορετική πολιτισμική καταβολή , οδηγώντας με αυτό τον τρόπο στην βελτίωση της τεχνογνωσίας, στην πρώιμη τεχνολογική ανάπτυξη και στην φιλελεύθερη Αιγιακή νόηση.
Οι γεωμορφολογικές συνθήκες και η ανάγκη για επιβίωση ανάγκασε τους κατοίκους των νησιών και των παράκτιων περιοχών να δημιουργήσουν δεσμούς με τις γειτονικές στεριές και να επικεντρώσουν τις δραστηριότητες τους από πολύ νωρίς στην παράλια ζώνη κατανοώντας την σημαντικότητα της για την εμπορική , αγροτική, κοινωνική ανάπτυξη και καλλιτεχνική, φιλοσοφική και λατρευτική αναζήτηση τους . Η Σαλαμίνα δεν απετέλεσε εξαίρεση στο γενικό πλαίσιο εξέλιξης της νησιωτικής Ελλάδας, δημιουργώντας και αναπτύσσοντας ένα παράκτιο δίκτυο με εμπορικές, κοινωνικές και θρησκευτικές προεκτάσεις όπως εκείνα του Πέρανι, της Κακής Βίγλας , της Κούλουρης και της Φανερωμένης με αποτέλεσμα ακόμα και εκείνων των αγροτικών δραστηριοτήτων να εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από τον αιγιαλό. Ένα φυσικό περιβάλλον με πρωταγωνιστικό ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτισμικής ταυτότητας του τόπου συνυφασμένο απόλυτα με την διαχρονικότητα της ιστορικής και ηθογραφικής μνήμης των κατοίκων της Σαλαμίνας .
Ένα υπαίθριο , πολιτισμικό οικομουσείο, το οποίο φέρει την διαχρονικότητα της πράξης στο γεωμορφολογικό του αποτύπωμα .
Μια νέα περιβαλλοντολογική προσέγγιση με πολιτισμικές αναγωγές , η νοητή ενοποίηση των εν λόγω περιοχών ως μια διαχρονική , πράσινη πολιτιστική διαδρομή η οποία προκύπτει από την καταλυτική επιρροή του φυσικού περιβάλλοντος στην ιστορική συνέχεια ενός τόπου .
Το Πέρανι με τα παράκτια λαξεύματα των μυλόλιθων , η Κακή Βίγλα με την παράλια ελαιοπαραγωγική δραστηριότητα της από την αρχαιότητα έως σήμερα , η Μεγάλη Σκάλα ως σημείο κοινωνικής και εμπορικής συνάθροισης και η Ιερά Μονή Φανερωμένης ως λατρευτικός τόπος πλησίον στον αιγιαλό με διάρκεια στον χρόνο και την θαλάσσια επικοινωνία με την αντίπερα όχθη αποτελούν μνημεία in situ , στο φυσικό τους περιβάλλον , πρόκειται ουσιαστικά για οικο-μνημεία σε διαρκή διάλογο με το κοινό, εξελισσόμενα μέσα από τον τρόπο ζωής των κατοίκων της περιοχής .
Ένα οικομουσείο , το οποίο περιλαμβάνει όχι μόνο το τοπίο και το φυσικό περιβάλλον ως δυναμική αλλά και την πολιτισμική ταυτότητα του ντόπιου πληθυσμού . Ένα δίκτυο προτεινόμενης ενοποιημένης διαδρομής με ήπια ανάδειξη εναρμονισμένη πλήρως με το φυσικό τοπίο , με τοποθέτηση εποπτικού υλικού με σκοπό την προστασία της πολιτισμικής, περιβαλλοντολογικής μνήμης.
Μια δυνατότητα περιήγησης στον τόπο και στον χρόνο, μια γνωριμία με την διαχρονική επίδραση της θάλασσας και του αιγιαλού στην ζωή των κατοίκων της Σαλαμίνας από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Δύναται το φυσικό περιβάλλον να διηγηθεί την ιστορική πορεία ενός τόπου ; Ναι , γιατί τελικά είμαστε το αποτύπωμα μας στην φύση και στον χρόνο .
Η παρούσα δημοσίευση απετέλεσε ανακοίνωση της γράφουσας στους Αρχαιολογικούς Διαλόγους, Βόλος, 2019, ΘαλασσοΓεωγραφίες: Ρότες, Δίκτυα, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας σε συνδιοργάνωση με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας.
Επίσης κατόπιν προσκλήσεως στην επιστημονική διημερίδα : Άλλοτε η θάλασσα, θαλάσσια οικοτοπία στις ελληνικές περιοχές, στο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου της τράπεζας Πειραιώς σε συνδιοργάνωση με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και την Εταιρεία Μελέτης του Νέου Ελληνισμού, 2019.

*η Μικρομάστορα Εύη είναι αρχαιολόγος, ειδική αγωγός, μουσειοπαιδαγωγός, υπ. διδάκτωρ Κλασικής Αρχαιολογίας